Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

Οι γερμανικές αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο

Από την αδράνεια και τους αστικούς μύθους, στις πραγματικές διεκδικήσεις 

 Αντώνη Α. Αντωνίου, στην εφημερίδα ''Ελευθεροτυπία'', 18 Ιουνίου 2013

Στο Κοινοβούλιο ετέθη πολλές φορές από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, ιδιαίτερα από την Αριστερά, το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων. Μετά την επανένωση της Γερμανίας, η συχνότητα συζήτησης του θέματος εντάθηκε. Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Γ. Διαμαντίδης κατέθεσε, ως αντιπολίτευση, στις 11-3-1991 επερώτηση προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Τον Οκτώβριο του 1995 το θέμα ξεπέρασε πρώτη φορά τα παραδοσιακά κομματικά στεγανά. Ετέθη από το βουλευτή Καρδίτσας του ΠΑΣΟΚ Ευρ. Καφαντάρη προς την τότε κυβέρνηση Παπανδρέου. Μάλιστα, ο βουλευτής έθεσε το θέμα της σχέσης ανάμεσα στις δύο χώρες και επεσήμανε ότι η «Ελλάδα δεν ζητιανεύει, αλλά διεκδικεί αυτό που είναι υποχρέωση της Γερμανίας απέναντί της». Δύο περίπου μήνες μετά πραγματοποιήθηκε και η ρηματική διακοίνωση προς τη Γερμανία, η πρώτη σημαντική ενέργεια της Μεταπολίτευσης.
Τον Μάρτιο του 2012 εμφανίζεται συναίνεση που διαπερνά τα κομματικά στεγανά. Υπεβλήθη αίτημα 28 βουλευτών για συζήτηση του θέματος στη Βουλή. Επειτα από έγκυρη ενημέρωση οι Επιτροπές Οικονομικών και Εξωτερικών Υποθέσεων διαπίστωσαν τη δυνατότητα της χώρας μας να λάβει αποφάσεις σχετικά με τη διεκδίκηση. Τον Απρίλιο του 2013 πρώτη φορά αναδείχτηκε το θέμα σε επίπεδο ερώτησης, την οποία ανέπτυξε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η Βουλή φαίνεται να εμφανίζει ένα σημαντικό και μόνιμο ενδιαφέρον για το θέμα. Επαιξε και παίζει τον ελεγκτικό της ρόλο. Αντίθετα, η εκτελεστική εξουσία μέχρι πρόσφατα ποτέ δεν κινήθηκε ουσιαστικά για την τεκμηρίωση των ελληνικών απαιτήσεων και τη διεκδίκηση των οφειλομένων. Ως αποτέλεσμα αυτής της απραγίας σήμερα βρισκόμαστε κοντά στο σημείο μηδέν. Οι ανακρίβειες και η έλλειψη στοιχείων οδήγησαν σε μια ιντερνετική παραμυθολογία για απαιτήσεις μυθικών ποσών. Η όποια διεκδίκησή μας πρέπει να είναι τεκμηριωμένη με σοβαρότητα και εδρασμένη σε δεδομένα. Η πραγματοποιηθείσα τεκμηρίωση των αιτημάτων, με βάση το εναπομείναν σε αποθήκες και υπόγεια αρχειακό υλικό, αποτελεί ένα σοβαρό πρώτο βήμα για να στηρίξουμε τις απαιτήσεις μας και για να περάσουμε από το μύθο στην πραγματικότητα. Αφού το αρχείο θεωρήθηκε χαμένο, σύμφωνα με τις δηλώσεις του κ. Σαχινίδη, αργότερα βρέθηκε για να αποδειχτεί μία ακόμη φορά πόσο πολύ η ελληνική πολιτική ηγεσία υποτιμά τις αρχές της σύγχρονης διοίκησης και τι επίπεδο διατήρησης αρχείων έχει επιβάλει.
Δυστυχώς, η δυσχερής δημοσιονομική μας κατάσταση, ο γνωστός πολιτικός βερμπαλισμός και η έλλειψη οργανωμένης τακτικής βασισμένης σε συγκροτημένες και συντονισμένες ενέργειες δεν μας προϊδεάζουν για θετικό αποτέλεσμα στις διεκδικήσεις μας, αν και όποτε διατυπωθούν. Είναι απολύτως αναγκαίο ένα εθνικό σύμφωνο, το οποίο θα πιστοποιεί τα διεκδικούμενα ποσά και θα μας βγάλει από τον αστικό μύθο ότι μπορούμε να επιτύχουμε δικαστικές αποφάσεις που θα δικαιολογούν απαιτήσεις πολλών τρισεκατομμυρίων. Δεν είναι δυνατόν να επιτύχουμε την οικονομική καταστροφή της Γερμανίας και δεν υπάρχει διεθνές δικαστήριο το οποίο θα νομιμοποιήσει τέτοιες απαιτήσεις.
Αναπτύσσεται, όμως, ανεδαφικό κλίμα προσδοκιών, το οποίο κάνει επιτακτική την οργανωμένη και διακομματική διαχείριση του θέματος. Πρέπει να ενημερωθεί ο ελληνικός λαός εμπεριστατωμένα και με σαφήνεια για τα αιτούμενα ποσά και να δεσμευτούν οι πολιτικοί για την από κοινού στάση στο θέμα. Για να ξεφύγουμε από τη μυθολογία πρέπει να ισχυροποιηθεί ακόμη περισσότερο η τεκμηρίωση της υπόθεσης. Πρέπει να πιστοποιηθεί επακριβώς η δυνατότητα επίτευξης δικαίωσης για κάθε διεκδικούμενο ποσό ξεχωριστά. Πρέπει να γίνει σαφές στον καθένα ότι δεν χαρίζουμε τίποτα και διεκδικούμε με σοβαρότητα.
Δεν έπρεπε το κατοχικό δάνειο να ενταχθεί στις γερμανικές αποζημιώσεις. Προτιμότερο ήταν να εξεταστεί η διεκδίκησή του ως δανείου. Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, ένα δάνειο πρέπει να εξοφληθεί όπως εξοφλούνται όλα τα δάνεια. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι πολεμικές αποζημιώσεις οι οποίες επιβλήθηκαν μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στη Γερμανία είναι ένας από τους παράγοντες οι οποίοι θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για την οικονομική κατάρρευση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και τη συνακόλουθη άνοδο του ναζισμού. Από τότε έχει αναπτυχθεί προβληματισμός σε κύκλους οικονομολόγων για τη σκοπιμότητα επιβολής πολεμικών αποζημιώσεων. Γι' αυτό, τόσο από άποψη πολιτικής τακτικής όσο και από ουσιαστική άποψη διεκδίκησης, πρέπει να διαχωρίσουμε το κατοχικό δάνειο από τις υπόλοιπες απαιτήσεις μας.

Πολλαπλασιαστές, υφαιρέσεις και οικονομική ανάπτυξη

 Αντώνη Α. Αντωνίου, στην εφημερίδα ''η Αυγή'', 23 Φεβρουαρίου 2013

Το θέατρο της παράλογης και παράταιρης οικονομικής πολιτικής συνεχίζεται. Η τρικομματική κυβέρνηση και οι μεγαλόσχημοι εντεταλμένοι διεθνών οργανισμών επέβαλαν μια πολιτική που οδήγησε και οδηγεί την ελληνική οικονομία στην καταστροφική βύθιση και υπερχρέωση. Αφού ανακάλυψαν ότι «ο πολλαπλασιαστής ήταν λάθος», συνεχίζουν απτόητοι την ίδια καταστροφική συνταγή. Το τίμημα βέβαια θα πληρώσουν πάλι οι ηττημένοι. Αν δεν αντιδράσουμε, η νεοφιλελεύθερη τυφλή πολιτική θα φτάσει ώς την πλήρη ισοπέδωση των εισοδημάτων του ελληνικού λαού και την υφαρπαγή της περιουσίας του.
Μας κρύβουν το γεγονός ότι η ύφεση του 2013 θα είναι ό,τι χειρότερο έχουμε γνωρίσει μέχρι σήμερα. Αν συνεχιστεί απαρέγκλιτα η εφαρμοζόμενη πολιτική, θα είναι σίγουρα σημαντικά μεγαλύτερη απ' ό,τι έχει προβλεφθεί. Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα είναι κάπως ηπιότερη σε ποσοστά. Οι επιπτώσεις στη κοινωνία δεν μπορούν να μετρηθούν απλώς σε αριθμούς. Η φετινή ύφεση θα είναι πολύ σκληρότερη, γιατί τα περιθώρια των μεσαίων στρωμάτων να ελιχθούν έχουν πια μειωθεί δραματικά. Το μεταναστευτικό ρεύμα σαν μοναδική πλέον λύση επιβίωσης θα είναι δυναμικά μαζικότερο και βέβαια δεν συνδέεται με καμία θετική προοπτική για την ελληνική οικονομία.
Οι κυβερνώντες, δέσμιοι της νεοφιλελεύθερης τύφλωσης, σε όλη την οικονομική τους πολιτική επιμένουν να αγνοούν την βασική οικονομική παραδοχή, ότι σε εποχές κρίσης τα νοικοκυριά τείνουν να διατηρήσουν το προηγούμενο επίπεδο διαβίωσής τους. Κατά συνέπεια, περιμένουν να βγουν χρήματα από τα σεντούκια και ξεχνούν ότι, σε μεγάλο ποσοστό, αυτά είναι τα πρώτα που θυσιάστηκαν για τη διατήρηση του επιπέδου διαβίωσης τα προηγούμενα χρόνια της ύφεσης. Η ισχυρή μείωση των εσόδων του Ιανουαρίου δείχνει ανησυχητικά σημάδια παρά την πιθανή μικρή βελτίωση που θα φέρει στην είσπραξη του ΦΠΑ το μέτρο της μη πληρωμής των εξόδων από τους πελάτες που δεν λαμβάνουν απόδειξη. Η πεισματική προσήλωση της τρικομματικής κυβέρνησης στην απαρέγκλιτη εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής μόνο θετική δεν είναι για την ελληνική οικονομία και τους πολίτες αυτής της χώρας.
***
Επειδή όμως είναι πασιφανής πλέον η άδικη και αναποτελεσματική πολιτική που ακολουθούν οι κυβερνώντες, όλο και περισσότερο αφήνουν να διαφανεί η επιρροή του διεθνούς παράγοντα στη διαμόρφωση της εφαρμοζόμενης οικονομικής πολιτικής. Μεταθέτουν έτσι το βάρος στο εξωτερικό και αποτάσσουν τη δυνατότητα ανάληψης αποφάσεων που θα έδιναν αναπτυξιακή διέξοδο στην υφεσιακή πορεία.
Παραδείγματος χάριν, θα μπορούσαν να εκδώσουν πολυετή ομόλογα με αρνητικό ή μηδενικό ή πολύ χαμηλό επιτόκιο. Αυτά τα ομόλογα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή της μικρής συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου στα επιδοτούμενα από την Ε.Ε. δημόσια έργα. Σήμερα είναι τόσο μεγάλη η οικονομική πίεση που υφίστανται οι εργολάβοι, που θα δέχονταν ακόμη και να χαρίσουν τη συμμετοχή του Δημοσίου για να πάρουν ένα έργο. Επιπλέον αφού οι εργολάβοι θα γνώριζαν ότι την συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου θα την πληρώνονταν με μακρόχρονα ομόλογα, θα ενσωμάτωναν αυτό το κόστος στην προσφορά που θα έδιναν. Μ' αυτό τον τρόπο θα εκμηδενιζόταν η άμεση ελληνική συμμετοχή στα δημόσια έργα. Αν δε εφαρμοζόταν και ένα μικρό ανταποδοτικό τέλος θα μπορούσε τα έργα αυτά να επιστρέψουν το ποσό της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου σε ειδικό λογαριασμό στα δημόσια ταμεία, ώστε, όταν λήξουν τα ομόλογα σε είκοσι ή τριάντα χρόνια, η πληρωμή τους να γίνει ανώδυνα.
Επίσης θα μπορούσε το Ελληνικό Δημόσιο να εκδώσει ομόλογα περιορισμένης μετατρεψιμότητας. Δηλαδή ομόλογα με τα οποία θα μπορούσε αυτός που τα ελάμβανε να πληρώσει μόνο τους φόρους του στα δημόσια ταμεία. Μ' αυτό τον τρόπο θα γινόταν δυνατόν να πληρωθούν φόροι που οφείλονται στα δημόσια ταμεία από επιχειρήσεις στις οποίες οφείλει χρήματα το Δημόσιο. Αν εφαρμοζόταν αυτό το μέτρο, οι επιπτώσεις της δημοσιονομικής κρίσης στην αγορά που πάσχει από έλλειψη ρευστότητας θα μειώνονταν, όπως και η επιβάρυνση των επιχειρήσεων από τόκους, θα αυξάνονταν τα δημόσια έσοδα από έσοδα που είναι δύσκολο πλέον να εισπραχτούν και θα μειωνόταν το τεράστιο ποσό που οφείλει το Δημόσιο στην αγορά.
Αυτά είναι δύο από τα πολλά μέτρα τα οποία μπορεί να πάρει μια κυβέρνηση που δεν θέλει η οικονομία της να διολισθήσει για μια ακόμη χρονιά προς τη βαθιά ύφεση. Οι έκτακτες συνθήκες της πρωτοφανούς κρίσης που ζούμε όχι μόνο επιτρέπουν, αλλά και επιβάλλουν τέτοιες πρωτοβουλίες Δυστυχώς, βέβαια, δεν υπάρχει η πολιτική βούληση να εφαρμοστούν τέτοιου είδους μέτρα και χάρις και στους λανθασμένους πολλαπλασιαστές πραγματοποιούνται κατ' εξακολούθηση υφαιρέσεις στο πορτοφόλι των εργαζομένων από τους συγκατοίκους μας στη χώρα πολιτικούς της τρικομματικής κυβέρνησης.